Κυριακή 30 Μαΐου 2010

Τα παιδιά και οι έγγονοι του Κάδμου


[[ δαμ-ων ]]

Β΄, Ι ν ώ

Ο Μύθος
Η άλλη κόρη του Κάδμου, η Ινώ, πήρε άντρα τον Αθάμαντα, το βασιλιά του Ορχομενού, που ήταν γιός του Αιόλου και της Εναρέτης. Ήταν αδελφός του Κρηθέα, του Σίσυφου, του Σαλμωνέα και του Περιήρη. Ο Αθάμαντας, από τον πρώτο του γάμο με τη Νεφέλη, τη θεά των σύννεφων, είχε αποκτήσει το Φρίξο και την Έλλη. Όμως δεν έμεινε πιστός στη Νεφέλη, την οποία έδιωξε και παντρεύτηκε την Ινώ, από την οποία απόχτησε άλλα δύο αγόρια, τον Λέαρχο και τον Μελικέρτη.
Με πολλή στοργή η πονόψυχη θεία είχε αναλάβει και την ανατροφή του ανιψιού της Διόνυσου, που πρόωρα είχε αφήσει ορφανό η αδικοχαμένη Σεμέλη. Έτσι η Ινώ γίνεται η τροφός και δεύτερη μητέρα του θεού της βλάστησης Διόνυσου.
Μπορεί για τον ανιψιό της να ήταν πονόψυχη, για τα προγόνια της όμως έδειξε κακία, δεν τα χώνευε κι ήθελε να τα βγάλει από τη μέση. Γι’ αυτό στο μυαλό της εκπόνησε πανούργο και καταχθόνιο σχέδιο. Έβαλε τις γυναίκες της χώρας στα κρυφά να πάρουν τον καρπό, που φύλαγαν οι άντρες τους για τη σπορά και να τον φρύξουν στη φωτιά. Ήταν φυσικό κι επόμενο την επόμενη χρονιά να μη φυτρώσει ούτε ένα στάχυ στους διπλοργωμένους κάμπους. Ο βασιλιάς Αθάμας, μπροστά στον κίνδυνο ο λαός του να πεινάσει, έστειλε απεσταλμένους να ρωτήσει στο μαντείο των Δελφών πως θα μπορούσαν να γλιτώσουν τον επερχόμενο λιμό. Η Ινώ όμως φρόντισε από πριν να εξαγοράσει τους απεσταλμένους, ώστε να παρουσιάσουν το χρησμό, που αυτή ήθελε. Έτσι έδωσαν ψεύτικη απάντηση στο βασιλιά:
«- Να η απάντηση, που μας έδωσε η μάντισσα του Φοίβου, Πυθία. Να προσφέρεις θυσία, πάνω στο βωμό του Δία, τον πρωτογιό σου Φρίξο και τότε θα καρπίσει και πάλι η γη». Ο Αθάμας υποχρεώθηκε από τους απελπισμένους αγρότες, για να σώσει την πολιτεία του από τη μεγάλη συμφορά, να οδηγήσει το γιο του στη σφαγή. Ετοίμασαν, λοιπόν, τα σχετικά με τη θυσία και τη στιγμή που ο ιερέας σήκωσε το μαχαίρι, ξαφνικά πρόβαλε ένα χρυσόμαλλο κριάρι, που το ‘στειλε η θεά Νεφέλη, η μητέρα του Φρίξου, για να γλιτώσει τα παιδιά της από τον κίνδυνο. Το παράξενο αυτό κριάρι της το ΄χε δωρίσει ο φτεροπόδαρος Ερμής. Η πρώτη του γυναίκα η Νεφέλη (*1), την τελευταία στιγμή, μπήκε στη μέση και φυγάδευσε το γιο της μαζί με την αδελφή του πάνω σε ένα χρυσόμαλλο κριάρι, που της είχε δώσει ο Ερμής.
Έτσι τα δύο αδέλφια, ο Φρίξος και η Έλλη, κάθισαν πάνω στη ράχη του κριαριού κι αυτό πέταξε στον καταγάλανο ουρανό και τους πήγε κατά τα βορινά.
Η Ήρα όμως δεν έμεινε ικανοποιημένη από την εκδίκησή της στο πρόσωπο της Σεμέλης, και παρέτεινε την εκδικητική της τάση στον Αθάμαντα, που εγκατέλειψε την πρώτη του γυναίκα, και στην Ινώ, που είχε αναθρέψει το νόθο του Δία, αλλά και είχε φερθεί σαν κακιά μητριά στο Φρίξο και την Έλλη. Έβαλε μανία στο μυαλό των βασιλιάδων του Ορχομενού. Πάνω στην παραζάλη και την κρίση της αρρώστιας του ο Αθάμαντας, νόμισε τον γιο του το Λέαρχο για ελάφι. Πήρε το τόξο και με τις σαΐτες του τον σκότωσε. Η Ινώ κυριαρχημένη από τη μανία, έριξε το μικρό Μελικέρτη σ’ ένα καζάνι με καυτό νερό. Μετά άρπαξε στην αγκαλιά το κορμί του νεκρού παιδιού της, πήγε στην περιοχή των Μεγάρων και γκρεμίστηκε από τα βράχια της Μεγαρίδας, από τη Μολουρίδα πέτρα, στη θάλασσα.

Η συνέχεια >>> εδώ …

Η Ινώ και ο Μελικέρτης με την πτώση τους στη θάλασσα του Σαρωνικού, μεταμορφώθηκαν σε καλόγνωμα πνεύματα του πελάγους, από τον Ποσειδώνα και τις Νηρηίδες, που τους έκαναν αθάνατους, και μετονομάστηκαν σε Λευκοθέα η Ινώ και σε Παλαίμονα ο Μελικέρτης. Αυτοί οι μικροί θεοί προστάτευαν τους θαλασσινούς κι έσωζαν όσους κινδύνευαν στα θαλασσινά ταξίδια.
Ο Σίσυφος, όταν βρήκε στην Ισθμία τα νεκρά σώματα, τα έθαψε με τιμές και όρισε να γίνεται επί τόπου η λατρεία τους, ενώ καθιέρωσε γιορτές στο όνομά τους, τα Ίσθμια.

Π α ρ α λ λ α γ έ ς τ ο υ μ ύ θ ο υ
• Η Νεφέλη, η πρώτη γυναίκα του Αθάμαντα, ήταν θεά, και θύμωσε πολύ όταν ο βασιλιάς προτίμησε την θνητή Ινώ. Ανέβηκε στον ουρανό και ήταν αυτή που προκάλεσε την μεγάλη ακαρπιά και ξεραΐλα για να εκδικηθεί τον άντρα της, που την απαρνήθηκε.
Η Ινώ δωροδόκησε τους θεωρούς, που είχε στείλει ο Αθάμαντας στο δελφικό μαντείο, για να πληροφορηθεί τι να κάνει για να αντιμετωπίσει το κακό, που του έλαχε. Δωροδοκώντας τους, τους έβαλε να ανακοινώσουν δήθεν πως ο Απόλλωνας απαιτούσε ο πατέρας να θυσιάσει τα παιδιά της Νεφέλης, διαφορετικά δεν θα έβλεπαν βροχή. Έτσι ο Αθάμας αποφασίζει να υποταχθεί στην απαίτηση του Φοίβου, σπρωγμένος από την Ινώ και το λαό του. Στέλνει μήνυμα στον Φρίξο, που έβοσκε με την αδελφή του, την Έλλη, τα κοπάδια του πατέρα τους στους αγρούς, να έρθει στο παλάτι φέρνοντας το πιο όμορφο πρόβατο, για να το θυσιάσει τάχα σε μια γιορτή. Το παλικάρι διάλεξε πράγματι το ωραιότερο κριάρι, που είχε χρυσό μαλλί και καθώς κινούσαν για το παλάτι, το ζώο, που προοριζόταν για θυσία, πήρε ξαφνικά ανθρώπινη λαλιά και του φανέρωσε αυτά που έμελλε να πάθουν τα ανυποψίαστα αδέλφια. Μετά τα έβαλε στη ράχη του κι έφυγε πετώντας προς τη χώρα των Κόλχων.

• Σε άλλη παραλλαγή, ο βασιλιάς, μόλις έμαθε το μήνυμα της θυσίας τάχα του Φρίξου, αρνήθηκε να υπακούσει, από την αγάπη του για τα παιδιά. Όμως ο ψευτοχρησμός έφτασε στ’ αυτιά του γιου του και ο Φρίξος παίρνει την ηρωική απόφαση να θυσιαστεί για το καλό του τόπου του. Οι τύψεις δεν άφησαν σε ησυχία τον δωροδοκηθέντα θεωρό, που σπλαχνίστηκε το βασιλόπουλο γιατί θα χανόταν άδικα. Την ώρα που στεφανωμένο το παλικάρι οδηγούνταν στο βωμό, ο θεωρός ομολόγησε πως δεν ζητούσε τη θυσία ο Απόλλωνας, αλλά ήταν η όλη υπόθεση μια πλεκτάνη, πως η Ινώ είχε σκαρφιστεί την ιστορία με τον φρυγμένο σπόρο και τον χρησμό για να εξοντώσει τον προγονό της.
Ο Αθάμας εξοργισμένος από αυτή την αποκάλυψη, ελευθέρωσε τον Φρίξο και για να τιμωρήσει την κακιά μητριά, την παραδίνει με τον γιό της Μελικέρτη να τον αντικαταστήσουν στη θυσία. Όμως την ύστατη στιγμή η απελπισμένη Ινώ επικαλείται τον Διόνυσο. Αυτός για να σώσει τη θεία του, που του στάθηκε σαν μάνα, αναλαμβάνοντας την ανατροφή του, εφόσον η μητέρα του Σεμέλη σκοτώθηκε κεραυνόπληκτη, άπλωσε σκοτεινιά και την άρπαξε μαζί με το παιδί της.
Μετά έριξε σε μανία τον Φρίξο και την Έλλη και τους οδήγησε στην ερημιά για να τους σπαράξουν οι Μαινάδες. Ήρθε όμως πετώντας η μητέρα τους, η Νεφέλη, και τα γλίτωσε ανεβάζοντάς τα στο χρυσόμαλλο κριάρι.

• Σύμφωνα με άλλη παραλλαγή, ο Αθάμας βασίλευε στη Θεσσαλία. Είχε γυναίκα του την Ινώ από την οποία απέκτησε δύο γιους. Η Ινώ άφησε, αργότερα, κρυφά το παλάτι και κατέφυγε στο όρος Παρνασσός, όπου έγινε Βάκχη, για να συντροφεύει τον ανιψιό της Διόνυσο, που ήταν και αναθρεφτός της. Ο βασιλιάς, νομίζοντας πως η Ινώ είχε πεθάνει, παντρεύτηκε τη Θεμιστώ, που ήταν κόρη μιας Νύμφης, η οποία του χάρισε δύο αγόρια, που ήσαν δίδυμα, τον Σφίγγιο και τον Ορχομενό.
Ο Αθάμας κάποτε έμαθε πως η εξαφανισμένη Ινώ ζούσε στο βουνό. Επειδή την αγαπούσε, αποφάσισε να την φέρει πίσω στο παλάτι και να την βάλλει σαν σκλάβα στην υπηρεσία της βασίλισσας, χωρίς να μάθει κανείς πια ήταν. Εξακολούθησε να την έχει, φυσικά κρυφά από τη Θεμιστώ, σαν γυναίκα του.
Η Θεμιστώ, στο μεταξύ, πήρε την απόφαση να σκοτώσει τους πρόγονούς της, αλλά για να βάλει σε ενέργεια το σχέδιό της χρειαζόταν έναν συνεργό. Η θεία όμως δικαιοσύνη την έσπρωξε να διαλέξει τη νεοφερμένη σκλάβα. Που όμως να το φανταστεί πως ήταν η ίδια η μητέρα των παιδιών, που ήθελε να εξοντώσει, η Ινώ!
Της εμπιστεύτηκε τι σκόπευε να κάνει και της έδωσε την εντολή αποβραδίς, σαν κοιμόντουσαν τα τέσσερα αγόρια, να μπει στην κρεβατοκάμαρα και να σκεπάσει τα δικά της, της Θεμιστώς, με λευκά σκεπάσματα, ενώ τα προγόνια της, της Ινώς τα παιδιά, με μαύρα σκεπάσματα, για να μπορέσει να τα ξεχωρίσει μέσα στη νύχτα. Η σκλάβα μάνα όμως έκανε το αντίθετο, για να γλιτώσει τα αγόρια της, και η Θεμιστώ, που ξεγελάστηκε, σκότωσε τα ίδια τα παιδιά της! Το σκοτάδι της νύχτας μπορεί να την ξεγέλασε, όμως το φως της μέρας, που ξημέρωσε, της έδειξε την τραγική αλήθεια. Μη μπορώντας να αντέξει την αποτρόπαια πράξη της, αντικρίζοντας τα νεκρά της αγόρια, σκοτώθηκε.


Σχόλια
* Η Ινώ, ως τροφός του Διονύσου, είναι μια άλλη μητέρα του θεού της βλάστησης, που ρίχνει το παιδί της στο καζάνι της ανανέωσης, όπως οι Τιτάνες έριξαν τον Διόνυσο, αφού τον τεμάχισαν, στο καζάνι, τον έβρασαν και τον έφαγαν. Όπως ο θεός αναγεννήθηκε μετά τον διαμελισμό του, έτσι και ο Μελικέρτης μετά τον θάνατό του, αναγεννιέται σε θεότητα του πελάγους. Η Ινώ πηδάει με τον γιο της Μελικέρτη στη θάλασσα και αποκτούν και οι δύο την αθανασία, από Ινώ-Μελικέρτης : θνητοί, γίνονται Λευκοθέα-Παλαίμων : αθάνατοι. Μα και ο Διόνυσος βούτηξε στα νερά της Λέρνας, για να ξαναβγεί από τον κάτω κόσμο με την μητέρα του θεοποιημένη, ως Θυώνη.
Η Ινώ ταυτίζεται με τη Νεφέλη πολλές φορές. Αυτό φαίνεται από την παράδοση, που θέλει την Ινώ και το γιο της, όταν οδηγήθηκαν στο βωμό, μετά την αποκάλυψη της απάτης της εναντίον του Φρίξου, να τυλίγονται από τον Διόνυσο σε σύννεφο ( νεφέλη ) και έγινε αόρατη. Έτσι συμβολίζεται η σωτηρία της θυσιαζόμενης, η αναγέννησή της.
Έχουμε τον αιώνιο συμβολισμό του θανάτου στη θνητή φύση για να αναγεννηθεί η θεϊκή φύση.
Όλοι οι θνητοί, που αποθεώθηκαν, γνώρισαν τον θάνατο στην επώδυνη μορφή του, και μετά τη χαρά της κατάκτησης της θείας κατάστασης.

* Στη Θήβα τιμούσαν τη διπλή φύση της Ινούς-Λευκοθέας. Υπάρχει η πληροφορία για την λατρεία της στην ιδιαίτερη πατρίδα της με ιερουργίες και θυσίες για τη μια φύση και θρήνους για την άλλη.
Ανάλογη λατρεία είχαν και στα Μέγαρα, όπου υπήρχε ιερό κι όπου πίστευαν ότι εκβράστηκε η θεά και πήρε το όνομα Λευκοθέα. Το ίδιο συνέβαινε και στον Ισθμό, που την τιμούσαν στο ιερό του Ποσειδώνα, για τον οποίο πίστευαν πως αγάπησε την Ινώ, όπου και πάλι θεωρούσαν ότι εκβράστηκαν τα πτώματα της Ινούς και του Μελικέρτη.
Λέγεται πως το νεκρό σώμα του θνητού Μελικέρτη βρήκε ο βασιλιάς της Κορίνθου Σίσυφος κάτω από ένα πεύκο στην παραλία της Ισθμίας, εκεί όπου το έβγαλε ένα δελφίνι, όπου και το έθαψε. Για να τον τιμήσει, ο βασιλιάς ίδρυσε τα “ Ίσθμια ’’, ενώ εγκατέστησε την λατρεία του στο ιερό του Ποσειδώνα στην Ισθμία. Στο ιερό της Ισθμίας υπήρχε τέμενος, όπου τελούνταν θυσίες ταύρων καθώς κι άλλες νυχτερινές λατρευτικές πράξεις.
Μέσα στο ναό ήσαν τα αγάλματα του Ποσειδώνα, της Λευκοθέας και του Παλαίμονα. Στο γειτονικό ‘‘άδυτο’’ βρισκόταν ο τάφος του παιδιού, όπως αναφέρει ο Παυσανίας. Το ‘‘ Παλαιμόνιο ’’ απέκτησε μνημειακή μορφή κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους, μετά την μετασκευή του σταδίου.
Η Ινώ- Λευκοθέα λατρευόταν και σε πολλούς άλλους τόπους, όπως στις Βρασιές της Λακωνίας, στο σπήλαιο όπου κατά τον θρύλο ανέθρεψε τον Διόνυσο καθώς και σε μια σειρά τόπων, όπου στην ηρωίδα-θεά απέδιδαν και μαντικές ιδιότητες. Την τιμούσαν, λοιπόν, στην Επίδαυρο Λιμηρά, όπου έριχναν ζυμαρικά στο ‘‘Ινούς ύδωρ’’ κι αν αυτά βυθίζονταν προοιώνιζαν καλό. Στις Θαλάμες της Λακωνίας γινόταν μαντεία με όνειρα. Ακόμη και στην Κολχίδα υπήρχε πλούσιο ιερό της Λευκοθέας και μαντείο του Φρίξου, όπου όμως δε θυσίαζαν κριάρια. Η θεά λατρευόταν και στη Δύση, όπως λ.χ. στην Ελέα, πάλι με θρήνους.
Οι αρχαίοι Έλληνες, γενικότερα, τιμούσαν την Λευκοθέα ως προστάτιδα των ναυτικών στις δύσκολες ώρες τους. Ο Όμηρος μας αναφέρει την βοήθεια που προσέφερε η θεά, προβάλλοντας από τα κύματα, στο ναυαγό Οδυσσέα δίνοντάς του το ‘‘κρήδεμνόν’’ της.
« Η λιναστράγαλη Ινώ, του Κάδμου κόρη, τότε
τον είδε, η Λευκοθέα, που ήταν θνητή πρώτα
και τώρα μες στο πέλαγος απ’ τους θεούς τιμιόταν.
Σαν είδε που παράδερνε κι είχε μεγάλους πόνους,
η καρδιά της τον πόνεσε πετάχτηκε απ’ το κύμα
σαν χελιδόνι, κάθησε στη σχεδία του κι είπε:
« - Ο Ποσειδώνας, δύστυχε, ο κοσμοσείστης τόσο
γιατί σ’ εχτρεύτηκε, γιατί σε τυραννάει ;
Όμως μ’ όλη του την οργή δε θα σ’ αποτελειώσει.
Κάνε, λοιπόν, ό,τι σου πω, μου μοιάζεις μυαλωμένος.
Βγάλε τα ρούχα σου αυτά, στους άνεμους παράτα
τη σχεδία και πάλεψε να φτάσεις κολυμπώντας
στων Φαιάκων τη γη, όπου τα βάσανα τελειώνουν.
Αυτόν τον κεφαλόδεσμο κάτω απ’ τα στήθη ζώσε.
Είναι αθάνατος, φόβο πια να χαθείς δεν έχεις.
Μα όταν πια τα χέρια σου ξανά στεριά αγγίξουν,
λύσε τον, ξαναρίξε τον στο πέλαγο το μαύρο,
πολύ μακριά απ’ τη στεριά, τα μάτια αλλού γυρνώντας.»
Είπε η θεά και του ‘δωσε τον κεφαλοδεσμό της,
Κι ύστερα ξαναβούτηξε στης θάλασσας το κύμα
Σαν το νεροχελίδονο χάθηκε εκεί μέσα. » ( Ομήρου Οδύσσεια, ραψ. Ε’, στ. 333- 353 ).
Η σωτηρία αυτή του πολυμήχανου Οδυσσέα είναι χαρακτηριστικό της ευρύτερης ευλογίας, που εκπορευόταν από τη θεά, η οποία σχετίστηκε και με τη μύηση στα μυστήρια της Σαμοθράκης. Χαρακτηριστικό της μύησης στα Καβείρια μυστήρια ήταν το δέσιμο μιας κόκκινης κορδέλας στο κεφάλι των μυημένων. Η Ινώ- Λευκοθέα, όπως μας αναφέρει ο Όμηρος, έδωσε στον πολυβασανισμένο Οδυσσέα τον κεφαλόδεσμό της, ενδεικτικό της Καβείριας μύησης. Το ζώσιμο του κεφαλόδεσμου για να σωθεί ο πολυμήχανος βασιλιάς της Ιθάκης, μας οδηγεί να σκεφτούμε πως έχουμε να κάνουμε με συμπαθητική- σωστική μαγεία, που επιτείνεται από τα λόγια της θεάς προς τον ήρωα, ότι σαν φτάσει στη στεριά να πετάξει το κεφαλόδεσμο στο μαύρο πέλαγο, χωρίς να γυρίσει τα μάτια να το ‘δεί.
Λειτουργικοί ύμνοι των υστερότερων διονυσιακών μυστηρίων, οι ‘‘ Ορφικοί Ύμνοι’’, ψάλλουν τη Λευκοθέα σαν ‘‘θρέπτειραν του θεού’’ ( « θρέπτειραν εϋστεφάνου Διονύσου ») (*2) και τον Παλαίμονα ‘‘σύντροφον Βακχεχόροιο Διονύσου πολυγηθούς’’ (*3).
Η Λευκοθέα στη Ρόδο συνδέθηκε με κάποιους ιδιόμορφους συγγενείς, τους Τελχίνες (*4), κι ένας ευρύτερος μύθος συσχετίστηκε με το πρόσωπό της. Ήταν αδελφή των Τελχίνων και γέννησε από τον Ποσειδώνα την Ρόδο και έξι γιούς, που αρνήθηκαν ,όμως τον έρωτα της Αφροδίτης. Αυτή τους τιμώρησε με μανία, που τους ώθησε να βιάσουν τη μητέρα τους. Μην αντέχοντας τη ντροπή η Λευκοθέα γκρεμίστηκε στη θάλασσα .
Στην Τένεδο, ανέφερε η παράδοση, πως η Λευκοθέα ήταν κόρη του Κύκνου και εγγονή του Ποσειδώνα. Ο Παλαίμων, από την άλλη μεριά, είχε μια ιδιόμορφη λατρεία στο ίδιο νησί, όπου τον απεικόνισαν στην τέχνη σαν μικρό παιδί καθισμένο πάνω σε δελφίνι. Με τον ίδιο τρόπο εμφανιζόταν σε ένα χρυσελεφάντινο ανάθημα του Ηρώδη Αττικού στο ιερό της Ισθμίας, όπως αναφέρει ο Παυσανίας. Παρόμοιο άγαλμά του είχε στηθεί στην Κόρινθο, στην οδό προς Λέχαιον, καθώς και σε πολλά κορινθιακά νομίσματα των αυτοκρατορικών χρόνων.
Στα ρωμαϊκά χρόνια ο Παλαίμων ταυτίστηκε με τον θεό Portunus ή Portumnus και προς τιμή του τελούσαν τα ‘‘Πορτουνάλια’’.
Τέλος, να αναφέρουμε, πως ο Ευριπίδης έγραψε τραγωδία με θέμα την Ινώ.

* Ο άντρας της Ινούς, ο Αθάμαντας ανήκε στη μεγάλη Θεσσαλική γενιά των Αιολιδών. Ο Αίολος ήταν εγγονός του Δευκαλίωνα και της Πύρρας, γιος του Έλληνα και της νύμφης Οθρηίδας. Βασίλευε στη Θεσσαλία, που πιο παλιά την έλεγαν Αιολίδα κι είχε παντρευτεί την Εναρέτη, την κόρη του Δηίμαχου, από την οποία απόχτησε πέντε γιους, τους Κρηθέα, Αθάμαντα, Σίσυφο, Σαλμωνέα και Περιήδη. Οι δύο πρώτοι παρέμειναν στη Θεσσαλία, όπου βασίλεψαν κι οι απόγονοί τους ήσαν οι ονομαστοί ήρωες της περιοχής, ενώ οι άλλοι τρεις μετακόμισαν στην Πελοπόννησο, όπου σιγά- σιγά με τους απογόνους τους απλώθηκαν σε όλη αυτή τη μεγάλη περιφέρεια. Ο Σίσυφος εγκαταστάθηκε στην Έφυρα, ψηλά στην Ακροκόρινθο, ο Σαλμωνέας στην Ήλιδα και ο Περιήρης στη Μεσσηνία.
Μια άλλη παράδοση μας λέει ότι ο Αίολος απόχτησε επτά γιους και πέντε κόρες από την Εναρέτη. Έτσι στους γιους προστίθεται ο Δηιόνας, που βασίλεψε στη Φωκίδα και ο Μάγνης, ο πατέρας του Πολυδέκτη και του Δίκτη, που έφυγαν και εγκαταστάθηκαν στη Σέριφο.


--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
(*1). Νεφέλη: η γυναίκα του Αθάμαντα, κατά μια εκδοχή, ήταν θεά και πιθανόν αυτή να προκάλεσε την ακαρπία, όταν την έδιωξε ο άντρας της. Μετά τη φυγή του Φρίξου και της Έλλης με το χρυσόμαλλο κριάρι, η Νεφέλη έφερε σε δίκη τον πρώην άντρα της, που θέλησε να σκοτώσει τα παιδιά του, και τον καταδίκασε να θυσιαστεί αυτός στον Δία. Καθώς στεκόταν στεφανωμένος δίπλα στο βωμό, έτοιμος να θυσιαστεί, πέρασε ο Ηρακλής και τον γλίτωσε αποκαλύπτοντάς του πως ο Φρίξος ζει.
Εδώ να συμπληρώσουμε ότι με το όνομα Νεφέλη αναφέρεται κι ένα φάσμα της Ήρας με το οποίο ενώθηκε ο Ιξίωνας και γεννήθηκε ο Κένταυρος. Ο Ιξίονας ήταν βασιλιάς των Λαπιθών κι όταν παντρεύτηκε την Δία, κόρη του βασιλιά Ηιονέα, αρνήθηκε να δώσει τα δώρα, που όφειλε για το γάμο στον πεθερό του. Όχι μόνο δεν τήρησε την υπόσχεσή του, αλλά τον φόνευσε, αφού του ‘στησε παγίδα, με φοβερό θάνατο, ρίχνοντάς τον σ’ ένα λάκκο με αναμμένα κάρβουνα. Για το αποτρόπαιο έγκλημα κανείς δεν ήθελε να τον εξαγνίσει και τον έπιασε μανία. Ο Δίας τον σπλαχνίστηκε και όχι μόνον του έκανε τους καθιερωμένους καθαρμούς, αλλά τον τίμησε με τη φιλία του, βάζοντάς τον να καθίσει στο τραπέζι των θεών και να γευτεί τη θεϊκή τροφή, την αμβροσία. Έτσι ο Ιξίονας έγινε αθάνατος. Μα, η αγνωμοσύνη του ήταν μοναδική, γιατί ερωτεύτηκε τη βασιλοθεά Ήρα, στην οποία εξομολογήθηκε τον έρωτά του, έχοντας την απαίτηση να βρει ανταπόκριση. Η Ήρα φανέρωσε στον Δία την παρενόχληση από τον Ιξίονα και ο κεραυνοβρόντης για να τον δοκιμάσει σχημάτισε μια νεφέλη με το σχήμα της Ήρας. Βλέποντας το φάσμα της θεάς ξεγελάστηκε ο Ιξίονας κι έσμιξε μαζί του. Απ’ αυτή την ένωση γεννήθηκε ο Κένταυρος, ο πατέρας των Κενταύρων. Για την ανόσια πράξη του τιμωρήθηκε σκληρά ο αγνώμονας Ιξίονας κι επειδή είχε γίνει αθάνατος η τιμωρία του ήταν αιώνια.

(*2). « Τη Λευκοθέα προσκαλώ, την κόρη του Κάδμου, τη σεμνή θεάν,
τη δυνατή, την τροφό του καλλιστέφανου Διόνυσου.
Άκουσέ με, θεά, εσύ που κυβερνάς τον βαθύτερο πόντο,
που τέρπεσαι στα κύματα, και είσαι η μεγαλύτερη σωτηρία των ανθρώπων.
Γιατί από σένα εξαρτάται η ασταθής ορμή των πλοίων, που διατρέχουν το πέλαγος,
και μόνο εσύ απολυτρώνεις τους ανθρώπους από το θλιβερό θάνατο της θάλασσας,
προς όσους εφορμώντας έρχεσαι σαν φίλη σωτηρία.
Αλλά, ώ θεά δέσποινα, είθε να έρθεις, επειδή είσαι βοηθός
στα καλοφτιαγμένα πλοία σαν σωτηρία με ευχάριστη διάθεση,
και στους μύστες, που βρίσκονται στη θάλασσα, να φέρεις ούριο άνεμο,
που επιταχύνει τον πλού.» ( Ορφικοί ύμνοι, LXXIV, ΛΕΥΚΟΘΕΑΣ θυμίαμα, αρώματα )

(*3). « Ώ σύντροφε του Διόνυσου του τερπνού, που σύρει τον βακχικό χορό,
συ που κατοικείς στους καθαρούς βυθούς του πόντου με τα μεγάλα κύματα,
εσέ επικαλούμαι τον Παλαίμονα να προσέλθεις ευμενής
στις ιερές τελετές και χαρούμενος με νέο πρόσωπο,
και να διασώζεις τους μύστες και στη γη και στη θάλασσα.
Γιατί εσύ μόνον εμφανίζεσαι πάντοτε φανερά σαν σωτήρας των ανθρώπων,
Που περιπλανιόνται με τα πλοία στη θάλασσα, όταν αναφαίνεται βαρυχειμωνιά,
Και τους διασώζεις από τη βαριά μανία της θαλασσοταραχής.» ( Ορφικοί ύμνοι, LXXV, ΠΑΛΑΙΜΟΝΟΣ θυμίαμα, μάνναν).

(*4). Τελχίνες: δαιμονικές μορφές ( θεότητες ) που τιμήθηκαν κύρια στη Ρόδο. Ήσαν γιοι της Θάλασσας και οι πρώτοι που κατοίκησαν τη Ρόδο, επιδέξιοι τεχνίτες κι εφευρέτες πολλών χρήσιμων πραγμάτων. Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης μας αναφέρει: « Είχαν ανακαλύψει πολλές τέχνες και είχαν κάνει γνωστές κι άλλες χρήσιμες στους ανθρώπους ανακαλύψεις.» Μάλλον προήλθαν από την Κρήτη και η λατρεία τους μετά πέρασε στην Κύπρο. Συγκαταλέγονται στα πνεύματα του πυρός και στα ηφαιστειακά. Οι αρχαίοι τους έδιναν πολλές επωνυμίες. Σύμφωνα μα μια παραλλαγή του μύθου ήσαν τρία πνεύματα με τα ονόματα Χρυσός, Άργυρος και Χαλκός, έχοντας πάρει τα ονόματα των μετάλλων που ανακάλυψαν. Γι’ αυτό θεωρούνται θαυμάσιοι μεταλλουργοί κι επιδέξιοι επεξεργαστές του χαλκού και του σιδήρου καθώς κι αυτοί που επινόησαν τα κράματα. Αναφέρονται σαν δικά τους έργα η άρπη ( δρεπάνι ) με την οποία έγινε ο ακρωτηριασμός του Ουρανού από τον Κρόνο και η τρίαινα του Ποσειδώνα. Αυτοί είναι οι κατασκευαστές του περιδέραιου που δώρισε η Αφροδίτη στην Αρμονία και που έφερε δυστυχία σε όσες το φορούσαν. Έλεγαν πως ήσαν οι πρώτοι κατασκευαστές αγαλμάτων των θεών, τα οποία έγιναν γνωστά με το όνομά τους, όπως του Απόλλωνα τελχινίου, της Αθηνάς Τελχινίας, της Ήρας Τελχινίας, κι εφευρέτες της χαρακτικής των μετάλλων.
Στους γιους της Θάλασσας, τους Τελχίνες, και στη κόρη του Ωκεανού Κάφειρα, εμπιστεύτηκε η Ρέα τον Ποσειδώνα, όταν ήταν μωρό, για να τον αναθρέψουν χωρίς να το καταλάβει ο άντρας της Κρόνος. Όταν ο θεός της θάλασσας μεγάλωσε ερωτεύτηκε την αδελφή των Τελχινών Αλία και καρπός αυτού του έρωτα ήσαν έξι γιοι και μία κόρη, η Ρόδος, από την οποία πήρε το νησί το όνομα. Όταν οι γιοι του Ποσειδώνα μεγάλωσαν έγιναν βίαιοι κι εγωιστές, υπερηφανευόμενοι για τη θεία καταγωγή τους. Κάποτε εμπόδισαν της Αφροδίτη να πλευρίσει το πλοίο της στη Ρόδο, όταν από τα Κύθηρα πήγαινε για την Κύπρο. Η θεά οργίστηκε από την συμπεριφορά τους και τους προξένησε μανία, που του έκανε να προκαλέσουν πολλά κακά στον τόπο τους και να βιάσουν την μητέρα τους. Η Αλία, απογοητευμένη από την ανόσια πράξη των γιων της ρίχτηκε στη θάλασσα, κι από τότε λατρευόταν από τους ντόπιους ως Λευκοθέα. Ο Ποσειδώνας για να τους τιμωρήσει, τους έθαψε στη γη βαθιά.
Γι’ αυτούς αναφέρεται ότι ήσαν μάγοι, γόητες και φαρμακείς. Μερικοί συγγραφείς ετυμολογούσαν το όνομά τους από το “θέλγειν”, Θελγίνες= Τελχίνες, γιατί με το βάσκανο βλέμμα τους μπορούσαν να ξεράνουν τα νερά και τα φυτά. Ανακάτευαν το νερό της Στύγας με θειάφι και κατέκαιαν μ’ αυτό τα ζώα και τα φυτά. Κατασκεύαζαν διάφορα μαγικά φίλτρα, γνωρίζοντας άριστα τις ιδιότητες των βοτάνων, και μπορούσαν να επιρεάσουν τον καιρό, προκαλώντας βροχές, χαλάζι, χιόνια. Μπορούσαν να εξακοντίσουν ακόμη και κεραυνούς. Να αναφέρουμε, τέλος, ότι συσχετίζονται με τους Κουρήτες και τους Κάβειρους. Εκτός από τη Ρόδο, τους τιμούσαν στην Κέα, στην Κρήτη, στην Κύπρο, στην Τευμησσό της Βοιωτίας (*5), όπου λεγόταν πως είχαν ιδρύσει ναό της Τελχινίας Αθηνάς, στους Δελφούς όπου τελούσαν τα “Τελχίνια”, στη Σικυώνα και αλλού.
Απ’ όσα αναφέρθησαν γίνεται φανερό ότι οι Τελχίνες συνδέονται με τον μύθο του Κάδμου και των παιδιών του με δυο στοιχεία, τη Λευκοθέα και το περιδέραιο.

(*5). Στον Παυσανία διαβάζουμε: « Σ’ αυτό το δρόμο ( εννοεί το δρόμο που ξεκινούσε από τις Προιτίδες πύλες κι οδηγούσε προς τη Χαλκίδα ) υπάρχει μια θέση Τευμησσός, όπου λένε πως ο Δίας είχε κρύψει την Ευρώπη. Υπάρχει και μια άλλη παράδοση, για την τευμήσσια λεγόμενη αλεπού, πως η αλεπού υπήρχε αυτού εξαιτίας της οργής του Διονύσου για να βλάφτει τους θηβαίους και πως όταν επρόκειτο να συλληφθεί από το σκυλί που η Άρτεμη έδωσε στην Πρόκνη του Ερεχθέα, απολιθώθηκε και η αλεπού και το σκυλί. Υπάρχει στον Τευμησσό και ιερό της Αθηνάς Τελχνίας, χωρίς λατρευτικό άγαλμα. Ως προς το προσωνύμιο της θεάς επιτρέπεται η εικασία πως μια ομάδα από τους τελχίνες τους εγκαταστημένους κάποτε στην Κύπρο, ήρθε στη Βοιωτία και ίδρυσε ιερό της Τελχινίας Αθηνάς. » ( Παυσανίου “Ελλάδος περιήγησις- Βοιωτικά”, ΙΧ, 19, 1 ) Nα μεταφέρουμε εδώ ένα σχόλιο του Ν. Παπαχατζή. ότι πριν τον Παυσανία υπήρχε ίσως στον Τευμησσό λατρευτικό ξόανο της Αθηνάς.

Δεν υπάρχουν σχόλια: